αποσβεστήρας

αποσβεστήρας
ο
διάταξη ελέγχου των ανεπιθύμητων κινήσεων στα αυτοκίνητα με ελατηριωτή ανάρτηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αμορτισέρ — Διάταξη με προορισμό την ολική ή μερική απόσβεση κραδασμών που προέρχονται από κανονικές και μη κινήσεις των μηχανικών συστημάτων. (Ο όρος είναι γαλλικός, amortisseur, και αποδίδεται στα ελληνικά με τους όρους αποσβεστήρας κραδασμών, αποσβεστήρας …   Dictionary of Greek

  • αεροτύλη — η τεχνολ. αποσβεστήρας συγκρούσεως μεταξύ τών βαγονιών τής ίδιας αμαξοστοιχίας. Η αεροτύλη λειτουργεί με βάση την ελαστική αντίδραση τού αέρα, που συμπιέζεται από ένα αεροστεγές έμβολο μέσα σε ισχυρό μεταλλικό κύλινδρο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”